Trump Vs Musk: Η Αναμέτρηση που Αλλάζει την Ιστορία
Η σύγκρουση Τραμπ–Μασκ ξεπερνά την πολιτική. Είναι μάχη επιρροής, αφήγησης και εξουσίας. Μετά τα αρχεία Έπσταϊν, δεν υπάρχει επιστροφή.
Έχω πολύ μεγάλη αγάπη στα τραγούδια – και στα δικά μου και στων άλλων. Από μικρός έπαιζα με τις ομοιοκαταληξίες και συχνά, αντί να εκφράζω τα συναισθήματα μου προφορικά, έγραφα στιχάκια και τα έδινα σε φίλους και πρώιμους έρωτες (της ήβης και της εφηβείας) για να τους «πω» αυτό που ένιωθα – με τον δικό μου τρόπο. Μετά ένας φίλος μου, ο Τάσος, που του άρεσε η μουσική, μετέφερε στο δωμάτιό του το πιάνο τοίχου της γιαγιάς του. Αυτό ήταν. Τα στιχάκια μου βρήκαν τον πρώτο τους συνθέτη. Φτιάχναμε τραγούδια, φωνάζαμε φίλες και φίλους να τα τραγουδήσουν, τα ηχογραφούσαμε σε κάτι κασετοφωνάκια – ώσπου κάποια στιγμή αποφασίσαμε να στείλουμε δύο από αυτά στην επιτροπή για τους «Μουσικούς Αγώνες της Κέρκυρας», της οποίας ήταν πρόεδρος ο Μάνος Χατζιδάκις. Το ένα πέρασε και βρεθήκαμε να συμμετέχουμε στους Αγώνες – και μάλιστα με τη φωνή της αγαπημένης από τότε φίλης Τάνιας Τσανακλίδου που δεν δίστασε στιγμή να μας «στηρίξει». Από την εικοσάδα της πρώτης βραδιάς, μπήκαμε στη δεκάδα της δεύτερης. Δεν πήραμε βραβείο – κάτι άλλαξε όμως. Μέσα σε λίγες εβδομάδες δοκίμαζα να γράψω στίχους πάνω σε μελωδίες που μου έδινε ο Χατζιδάκις «για να δοκιμάσω». Και σε λίγους μήνες είχα γίνει ο πιο νέος στιχουργός-συνεργάτης του.
Τώρα που το σκέφτομαι, λέω πως τα τραγούδια, με μια αυτόνομη δική τους αποφασιστικότητα, μας αγαπούσανε –και τον φίλο μου τον Τάσο και εμένα– όσο τα αγαπούσαμε και εμείς. Από την ήβη και την εφηβεία τα ένιωθα να φτερουγίζουν μέσα και γύρω απ’ τη ζωή μου με μια επιμονή απίστευτη. Θυμάμαι να βγαίνω από τον ΔΟΛ της Χρήστου Λαδά, όπου εργαζόμουνα αφού έκλεισε «το δικό μας» Τρίτο Πρόγραμμα, και να ’χει λιακάδα ζαλιστική, ανοιξιάτικη, και να αναρωτιέμαι πώς θα ξεφύγω από όλα τα άλλα για να δουλεύω μόνο σαν στιχουργός. Παρακολουθούσα τη Λίνα (Νικολακοπούλου), τον Σταμάτη (Κραουνάκη) ή την Άλκηστη που ζούσανε για τα τραγούδια και από τα τραγούδια, και ζήλευα πολύ και μέσα μου γκρίνιαζα που είχα γίνει ήδη γνωστός και trendy ευπώλητος γραφιάς-δημοσιογράφος. Βέβαια, δημοσιογράφος αληθινός δεν τα κατάφερα ποτέ να γίνω, γιατί όλο την αποψάρα μου και τις εξυπνάδες μου έγραφα σε προσωπικές στήλες. Δεν βγήκα ποτέ μου να κάνω ένα ρεπορτάζ, να «βγάλω είδηση». Ούτε μία.
Διπλός ο καημός, λοιπόν, αφού ούτε καλός δημοσιογράφος ήμουν (αν και σουξεδιάρης), ούτε επαγγελματίας στιχουργός (αν και το πρώτο μου «σουξέ» σε μουσική Χατζηδάκι και ερμηνεία Λέκκα και Νταλάρα παιζόταν παντού σαν τρελό). Διχασμένο το άτομο, από τη γέννα κιόλας: Βγήκα με τα πόδια κι έμεινε το κεφάλι μου μέσα και χρειάστηκε πολλή δουλειά στο Ελληνικό Νοσοκομείο της Αλεξάνδρειας για να καταφέρουν να με ξεσφηνώσουν – με κάτι ξύλινες κουτάλες, αν αγαπάτε. Δεν ήμουν φαίνεται απόλυτα σίγουρος αν ήθελα τελικά να το ρισκάρω και να βγω. Τελικά το αποφάσισα – και εδώ είμαστε.
Κοντεύουν τρεις μήνες που γράφω εδώ στο αγαπημένο Greeks Channel, όπου βρήκα καλή παρέα. Αν με διαβάζετε όμως, θα έχετε παρατηρήσει πως για τραγούδια δεν έγραψα ποτέ, αν και αυτά είναι η ζωή μου, το χτες, το αύριο και το τώρα μου. Η φίλη μου η Έλενα θυμάται ακόμα μια νύχτα του περασμένου αιώνα που είχαμε βρεθεί οι δυο μας στην Εύβοια και τρώγαμε σε μια προβλήτα στην Αιδηψό ψαράκι. Δεν είχε κόσμο. Μόνο άλλο ένα τραπέζι λίγο πιο πέρα, με τρία νεαρά κορίτσια. «Δεν θέλω άλλο τα περιοδικά και τις στήλες και τις εφημερίδες», έλεγα στην Έλενα, «θέλω να γίνω στιχουργός. Μόνο στιχουργός». Επειδή το σύμπαν (το ξέρουμε πια αυτό dear Paulo) ξέρει τι κάνει, δυο από τα κορίτσια σηκώθηκαν κάποια στιγμή και μας πλησίασαν. «Είστε ο Άρης Δαβαράκης;» ρώτησε η μια 17χρονη. Και πριν προλάβω να καταλάβω τι παιχνίδι μού παίζανε οι άγγελοι, απάντησα βέβαια «ναι». «Ο Άρης ο Δαβαράκης ο στιχουργός;» ξαναρώτησε πολύ χαρούμενη η άλλη 17χρονη. Τι ανακούφιση, τι χαρά! Δάκρυσα! «Ναι, ο στιχουργός», απάντησε η Έλενα – και κάλεσε και τις τρεις φίλες να καθίσουν μαζί μας – όπως και έγινε.
Τα λόγια, τα τραγούδια, τα ποιήματα: Έχω κάνει σχεδόν τα πάντα στη ζωή μου αλλά αυτό το τρίπτυχο είναι που λαχταράει η ψυχή μου. Όμως, σαν να το κάνει επίτηδες, το Εγώ μου το γιγαντιαίο που με τραβάει 67 χρόνια τώρα από τη μύτη, με σπρώχνει προς την άλλη μεριά: Από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή (τον οποίο λάτρευα από την Αλεξάνδρεια ακόμη), μέχρι Ανδρέα, Σημίτη, ΓΑΠ, Σαμαρά (μεγάλος πολιτικός έρωτας), Τσίπρα και Μητσοτάκηδες, πάντα ήθελα να χώνω τη μύτη μου και να γράφω –χωρίς παρεμβάσεις– την αποψάρα μου. Τόσο ανόητο πλάσμα που συχνά παραμελούσα εντελώς τα στιχάκια μου για να καβγαδίζω μια υπέρ του ενός, μια υπέρ του αλλουνού, κραυγάζοντας και σηκώνοντας το δάχτυλο: Ξερόλας και μάπας.
Ευτυχώς, ήμουν σκανδαλωδώς τυχερός και μέσα σε όλο αυτό το αλαλούμ βρέθηκα να συνεργάζομαι, μετά τον Χατζιδάκι, με μερικούς από τους πιο εκλεκτούς συνθέτες, ερμηνευτές, ενορχηστρωτές και μουσικούς. Πάνω από 300 τραγούδια ηχογραφήθηκαν και κυκλοφόρησαν – συχνά με επιτυχία και μεγάλη ανταπόκριση. Μεταγλώττισα κινηματογραφικά μιούζικαλ, έγραψα τραγούδια για το θέατρο, άρχισα σχετικά πρόσφατα να συνεργάζομαι και με κάποιους από τις νεότερες γενιές, τραγουδιστές, συνθέτες, μουσικούς. Το πρώτο lockdown μας βρήκε με μια εξαιρετική (μέχρι μαγική) παρέα νέων στο «Άλσος», το στέκι που έστησε ο Ηλίας Μαροσούλης ειδικά για τον Διονύση Σαββόπουλο. Κάτι καινούργιο ξεκινούσε και για μας, την ώρα που ο COVID-19 ήρθε και τα ’φερε όλα πάνω-κάτω.
Για λόγια, για τραγούδια, για ποιήματα: Δεν σταμάτησε ποτέ αυτό – ούτε και θα σταματήσει. Αλλά είναι, βλέπετε, και η άλλη πλευρά, η «άλλη άποψη», το χούι, το φλιπσάιντ. Δεν συμμαζεύεται εύκολα. Οπότε, κάποια στιγμή, το παίρνεις απόφαση:
Όλα τα νομίσματα έχουν δύο όψεις.-
Καλή μας εβδομάδα!