Trump Vs Musk: Η Αναμέτρηση που Αλλάζει την Ιστορία
Η σύγκρουση Τραμπ–Μασκ ξεπερνά την πολιτική. Είναι μάχη επιρροής, αφήγησης και εξουσίας. Μετά τα αρχεία Έπσταϊν, δεν υπάρχει επιστροφή.
Την Έλενα Ακρίτα τη γνώρισα όταν πήγα να δουλέψω στο περιοδικό «Ταχυδρόμος», αρχές του 1982. Μόλις είχε εκλεγεί το ΠΑΣΟΚ με 48,1% και είχε «κλείσει» το Γ´ Πρόγραμμα του Μάνου Χατζιδάκι όπου εργαζόμουν (και συγχρόνως εκπαιδευόμουν) από το ’77. Διευθυντής του περιοδικού ήταν ο αξέχαστος και χαρισματικός Νίκος Κυριαζίδης και «ψυχή» του η αγαπημένη φίλη Αγλαΐα Κρεμέζη (you should google her!).
Εκεί, στη Χρήστου Λαδά, μέσα σε μιαν ατμόσφαιρα φωτισμένη από την «επιτυχία» (το περιοδικό επί Κυριαζίδη πουλούσε τουλάχιστον μισό εκατομμύριο τεύχη κάθε Πέμπτη), έλαμπε και η twenty something ήδη γνωστή και επιτυχημένη «πρωταγωνίστρια» Έλενα Ακρίτα. Το χιούμορ που έσταζε η προσωπικότητά της και τα γραπτά της ήταν κάτι σαν βαθιά ανάσα. Κείμενα πρωτογενή, φρέσκα, διαφορετικά, συγχρονισμένα με την εποχή (που πάλι άλλαζε δυναμικά) και, ως εκ τούτου, πολύ διαβαστερά. Γρήγορα γίναμε φίλοι. Ήταν, εκτός από όλα τα άλλα, ανοιχτός άνθρωπος, ενημερωμένη, καλλιεργημένη, καλή παρέα, ωραία γυναίκα. Οι συχνότερες νυχτερινές μας συναντήσεις γίνονταν βέβαια στη Ράτκα. Ατέλειωτες συζητήσεις, αμέτρητες «διαφωνίες», γέλιο και φλερτ αγαπησιάρικο – γιατί φυσικά της είχα πει ότι είμαι gay και ερωτευμένος μέχρι τα μπούνια.
Από τότε μέχρι τώρα κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι. Δεν κάναμε ποτέ στενή παρέα. Την παρακολουθούσα να γράφει κείμενα στον ΔΟΛ (από 18 χρονών ξεκίνησε εκεί στη Χρήστου Λαδά όπου τη συνάντησα), να δοκιμάζεται σαν ηθοποιός, να γράφει σενάρια για τηλεοπτικές σειρές, επιτυχημένα βιβλία, να δίνει συνεντεύξεις, να παίρνει θέση, να τολμάει. Το ’95 ξανασυναντηθήκαμε για λίγο «δημόσια», όταν με τον Παναγιώτη Καλαντζόπουλο γράψαμε τα τραγούδια της σειράς «Στρας». Νωρίτερα, το ’85 νομίζω, με φώναξαν με τον Δημήτρη Κωνσταντάρα να κάνω «Το πεντάλεπτο του Άρη Δαβαράκη» στην εκπομπή τους στην ΕΡΤ «Τα Κυριακάτικα». Αυτό κράτησε τρεις εβδομάδες – την τέταρτη Κυριακή λογοκρίθηκα, «χάθηκε ο βίντεος» (όπως μου είπαν από την ΕΡΤ) και ολοκληρώσαμε. Θυμάμαι πόσο είχε ενοχληθεί η Έλενα από αυτήν τη λογοκρισία και πόσες προσπάθειες έκανε να λυθεί «η παρεξήγηση». Δεν έκανε τον βλάκα. Μου τηλεφώνησε ξανά και ξανά, τους έβαλε τις φωνές, τους εξήγησε πόσο μεγάλο λάθος κάνουν, αυτοί, οι «προοδευτικοί», να καταφεύγουν σε τέτοιες μεθόδους.
Υπάρχουν και άλλες πολλές «στάσεις» στη διαδρομή της γνωριμίας μας, αλλά δεν θέλω να γράψω νουβέλα. Τι θέλω; Θέλω να κοινοποιήσω την αγανάκτησή μου για τη λογοκρισία που υπέστη η Έλενα Ακρίτα από την εφημερίδα «Τα Νέα». Το ξέρω το συναίσθημα. Έχω δει κι εγώ το ψαλίδι των φανατικών πολλές (δυστυχώς) φορές στην επαγγελματική μου ζωή. Δεν μιλάω βέβαια για την «εργασία» του στιχουργού, μιλάω για το metier του γραφιά. Ξανά και ξανά βρέθηκα μπροστά στο μέγα δίλημμα της αφραγκιάς ή του «μάλιστα, κύριε» – και πάντα, μα πάντα, διάλεξα τη αφραγκιά. Εκ του ασφαλούς θα μου πείτε, γιατί δεν έχω οικογένεια και υποχρεώσεις και εκτός από τα τραγούδια και τη συγχωρεμένη την ΑΕΠΙ που ήταν πάντα η σιγουριά μου, έχω και φίλους αληθινούς. Αλλά το ξέρω το συναίσθημα – να παίρνεις την εφημερίδα ή το περιοδικό και να μη βλέπεις τη στήλη σου. Ή να τη βλέπεις στη θέση της με άλλο κείμενο και άλλη υπογραφή.
Βέβαια, δεν συγκρίνονται οι δικές μου λογοκριτικές εμπειρίες με αυτό που υπέστη η Έλενα – και ας με οδήγησαν και μένα όλες στην άμεση παραίτηση και την (παροδική πάντα) ανεργία. Η περίπτωση της Ακρίτα, που από 18 χρονών γράφει στον ίδιο Δημοσιογραφικό Οργανισμό χωρίς ποτέ κανείς να έχει αγγίξει κείμενό της, προκαλεί πολλαπλάσιο και ασύγκριτα ισχυρότερο σοκ (και δέος). Και η αναισθησία των υπευθύνων της εφημερίδας που δεν την πήραν ούτε ένα τηλέφωνο να συνεννοηθούν μαζί της σεβόμενοι, αν μη τι άλλο, τη διαδρομή της στο ίδιο το «μαγαζί» τους, είναι πρωτοφανής – και κάτι δείχνει: Άγνοια, έλλειψη μέτρου και υπεροψία. Γιατί δεν κοστίζει τίποτα ένα ανθρώπινο τηλεφώνημα όπου ο λογοκριτής θα επιχειρούσε μια συνεννόηση. «Ξέρετε, κυρία Ακρίτα (ή Έλενα), έχω μεγάλο πρόβλημα με αυτό το κείμενο, ιδίως σε αυτό και σε αυτό το σημείο. Θέλετε να το ξαναδείτε; Πιέζομαι και εγώ και δεν μπορώ να το δημοσιεύσω όπως είναι. Το αφήνω πάνω σας». Όχι πως και αυτή η προσέγγιση δεν θα συνιστούσε λογοκρισία. Τουλάχιστον όμως θα έσωζε κάτι από την αξιοπρέπεια του λογοκριτή.
Όσο για το αν συμφωνώ ή όχι με τις απόψεις της Έλενας Ακρίτα, στο διαδίκτυο ή αλλού, δεν έχει καμία σημασία. Προσωπικά, πολιτικά, διαφωνώ. Θέλω σύνθεση πια, δεν θέλω εχθρότητα και θυμό και (κυρίως) κομματικές «γραμμές». Δεν με ενδιαφέρουν καθόλου τα κόμματα και τα συμφέροντά τους. Αλλά δεν είναι εκεί το θέμα, αν συμφωνεί κανείς ή διαφωνεί. Το θέμα είναι η ελευθερία της έκφρασης. Ο σεβασμός στην άποψη του άλλου. Και η λογοκρισία.
Στις ζόρικες εποχές που ζούμε, την ώρα που τα πάντα επανακαθορίζονται και όλοι οφείλουμε για άλλη μια φορά να επανεφεύρουμε τον εαυτό μας, πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι: Η λογοκρισία δεν μπορεί να επιτραπεί. Οφείλουμε όλοι μας, στις προσωπικές μας μάχες, να την υπερασπιστούμε με ψυχή και με πάθος, κόντρα σε όλα. Γιατί, αν γίνει καθεστώς ο έλεγχος της (όποιας) γνώμης του «άλλου», θα μείνουμε χωρίς σύνθεση και δυνατότητα διασταύρωσης της πληροφόρησης, χωρίς αλήθεια και, άρα, χωρίς καμία επίγνωση της πραγματικότητας που ζούμε σήμερα και η οποία μεταμορφώνει για άλλη μια φορά την ανθρωπότητα.
Δεν είναι «μαγκιά» να μην επιτρέπεις στον δημόσιο λόγο σου καμία παρέμβαση. Είναι ηθική στάση και υποχρέωση μέγιστη προς την κοινωνία, τον συνάνθρωπο – τους νεότερους πάνω απ’ όλα. Τελικά, δεν είναι «η υπόθεση της Έλενας Ακρίτα», είναι η προάσπιση μιας βασικής ελευθερίας που κερδήθηκε με μεγάλες θυσίες και σπουδαίους αγώνες – και κινδυνεύει να χαθεί κάθε φορά που κάποιος σκύβει το κεφάλι και δέχεται το ψαλίδι. Ειδικά τώρα που πάλι όλα αλλάζουν, είναι πολύ σημαντικότερο να υπερασπιζόμαστε με πράξεις και όχι με θεωρίες την ελευθερία του λόγου. Γιατί αυτή η κερδισμένη ελευθερία είναι ο μόνος τρόπος να προσεγγίσεις κάπως την αλήθεια – μέσω της σύνθεσης των απόψεων.
Όποιος αναλαμβάνει την ευθύνη να ανεχτεί λογοκρισία, ειδικά σήμερα, δεν διαφέρει σε τόποτα από τους προδότες στον πόλεμο. Και όποιος «ξεβολεύεται» και δίνει τη μάχη της ελευθερίας του λόγου, σαν την Έλενα, ό,τι και να πρεσβεύει, είναι άξιος σεβασμού, γιατί είναι μαχόμενος, καυτός ή παγωμένος, και όχι χλιαρός, όρθιος και όχι γονατιστός, αξιοπρεπής και όχι δουλοπρεπής και τρομαγμένος…