Trump Vs Musk: Η Αναμέτρηση που Αλλάζει την Ιστορία
Η σύγκρουση Τραμπ–Μασκ ξεπερνά την πολιτική. Είναι μάχη επιρροής, αφήγησης και εξουσίας. Μετά τα αρχεία Έπσταϊν, δεν υπάρχει επιστροφή.
Τα τελευταία χρόνια έχω τη χαρά να βρίσκομαι πολύ συχνά σε νοσηλευτικά κέντρα. Κυριολεκτώ όταν γράφω ότι «έχω τη χαρά». Η παραμονή και η επαναληπτικότητα των εξετάσεων που κάνω, μου έχει προσφέρει κάτι μοναδικό: Την απέραντη χαρά της απόλαυσης της στιγμής. Το «τώρα», ως μοναδική πραγματική κατάσταση και η απόλαυση της στιγμής «άσπρο πάτο».
Περιμένοντας χρόνια και για ώρες στα διαγνωστικά κέντρα, παρατηρώ τους επισκέπτες. Ασθενείς και συγγενείς.
Θα γράψω ένα περιστατικό σημερινό, που αναποδογύρισε για ακόμη μία φορά πεποιθήσεις για τη ζωή.
Τετάρτη μεσημέρι. Περιμένω στον 2ο όροφο ενός μεγάλου διαγνωστικού κέντρου στο Χαλάνδρι. Ο 2ος όροφος, γεμάτος κόσμο σε αναμονή για εξετάσεις. Βρίσκω μια καρέκλα άδεια απέναντι ακριβώς από τους ευγενέστατους εργαζόμενους στην γραμματεία, οι οποίοι «παίζανε» πιγκ – πογκ με τα νεύρα, τους θυμούς, την αγένεια όσων περίμεναν για ραντεβού ή για ό,τι τέλος πάντων οδηγεί κάποιον σε διαγνωστικό κέντρο.
Ένα ζευγάρι που είχε περάσει τα πρώτα – ήντα φτάνει μπροστά στη γραμματεία. Εκείνος με «βαρύ μουστάκι», «βαριά περπατησιά», με μύτη μεγάλη κατακόκκινη, απομεινάρια μαλλιών που ήταν μακριά και άλουστα, φορώντας ξεχειλωμένο μπουφάν – ημίπαλτο, συνόδευε την γυναίκα του. Εκείνη βραδυκίνητη από τα παραπανίσια κιλά, επιχειρεί να μιλήσει στην κυρία της γραμματείας. Πριν αρθρώσει την 3η συλλαβή, εκείνος την κοιτάζει και, με πολύ χαριτωμένο τρόπο, απαντά φωνάζοντας «Για να μην πάτε στο διάολο όλοι, θα μιλήσεις γ******** τον αντι****** και την ταλαιπώρια μου σήμερα»!
Στην κομψή αντίδραση του συντρόφου, η σύζυγος απαντά «Στον αντίχριστο και εσύ και το σόι σου»! Αυτό το «σόι» κακοποιείται λεκτικά σε κάθε καθωσπρέπει ελληνικό σπίτι κατ’ εξακολούθηση και πολλαπλώς, αμέσως μετά την Παναγία, μητέρα του Χριστού μας και το καντήλι που καίει δίπλα στην εικονίτσα του Εσταυρωμένου…
«Τελείωνε με τα χαρτιά μην σε παρατήσω γ***** την τύχη μου, που σε κουβάλησα ως εδώ». – «Μιλάς, ρε κερατά, που αν ο αδελφός μου δεν μου έδινε λεφτά δεν θα είχα να πληρώσω την συμμετοχή… άιντε και στο διάολο να συννενοηθώ»!
Την στιγμή εκείνη χτυπάει το κινητό του. Απαντάει. «Έλα, κορίτσι μου» (η φωνή έχει μαλακώσει), με την μάνα σας τραβολογιέμαι από το πρωί για μαγνητική… όχι, δεν έχει μπει ακόμη, ο μαλάκας ο αδελφός της έγραψε άλλη ώρα το ραντεβού και θα περιμένουμε. Όχι, δεν σου την δίνω να μιλήσεις… θα σε πάρω μετά».
Εκείνη: «Τι ήθελε το παιδί;»
Εκείνος: «Είσαι ηλίθια; Να μάθει.»
Εκείνη: «Τι του είπες;»
Εκείνος: «Ότι έχεις αδελφό τριμάλακα!»
Βλέποντάς τους να φεύγουν προς το ασανσέρ, σκέφτηκα ότι οι άνθρωποι αυτοί κάποτε ξάπλωσαν μαζί, κάποτε γίνανε γονείς, κάποτε ήταν νέοι, κάποτε μπορεί και να είχαν αγκαλιαστεί, κάποτε γλέντησαν με το «σόι τους», κάποτε χάρηκαν, κάποτε μπορεί και να είδαν ένα ξημέρωμα, κάποτε μέθυσαν…
Αλήθεια, πώς φτάνουν οι άνθρωποι να σιχαίνονται τόσο βαριά ο ένας τον άλλον και να επιμένουν στο «για πάντα μαζί»; Κατάντια και Ερημιά απλώνεται σ’ εκείνους που κάποτε ήταν «για πάντα», με κοινό παρονομαστή ένα «σόι ή μια οικογένεια» για το «όνομα» της οποίας δεν τόλμησαν να υπάρξουν ποτέ αξιοπρεπείς με τους εαυτούς τους…