Trump Vs Musk: Η Αναμέτρηση που Αλλάζει την Ιστορία
Η σύγκρουση Τραμπ–Μασκ ξεπερνά την πολιτική. Είναι μάχη επιρροής, αφήγησης και εξουσίας. Μετά τα αρχεία Έπσταϊν, δεν υπάρχει επιστροφή.
Νηστεύω. Πέρασε κιόλας μια εβδομάδα και καθόλου δεν μου έχει λείψει τίποτα από αυτά που υποτίθεται ότι «στερούμαι» επιλέγοντας την (πνευματική) αυτή άσκηση της μεγάλης Σαρακοστής. Έχει η Ελλάδα τόσες γεύσεις, τόση «τροφή», τόσο πλούτο. Τη Σαρακοστή το συνειδητοποιείς απόλυτα πόσο σοφός είναι ο τίτλος του βιβλίου μαγειρικής που έγραψε το 1997 η Ειρήνη Λεβίδη: «Κολοκύθια με τη ρίγανη». Έκοβε βόλτες στη Σαντορίνη (αν θυμάμαι καλά) και μύρισε το Άριστον. Χτύπησε την πόρτα και βρήκε μια κυρά να τηγανίζει κολοκυθάκια. «Αυτά είχα σήμερα», της είπε, «έχω και καλό λαδάκι, μάζεψα και λίγη ρίγανη, αλατάκι – και δόξα τω Θεώ». «Πολλά δε θέλει ο άνθρωπος / να ’ν’ ήμερος να ’ναι άκακος / λίγο φαΐ λίγο κρασί / Χριστούγεννα κι Ανάσταση», λέει ο Ελύτης.
Τα έχουμε λίγο φορτώσει τα πράγματα με πολλά μπιχλιμπίδια αχρείαστα. Τα κολοκύθια με τη ρίγανη είναι αυτά που είναι, δεν μπορούν να γίνουν ούτε καλύτερα, ούτε πλουσιότερα, ούτε πιο trendy. Μπορούν αντί τηγανητά να γίνουνε βραστά (ωραιότατα), πάλι με λαδορίγανη και ωραίο φρέσκο ψωμί να κάνεις παπάρα το λαδάκι. Δεν είναι τυχαίο που εντυπωσιάστηκε η Ειρήνη Λεβίδη από την τόσο απλή αυτή «συνταγή» της Σαντορινιάς μαγείρισσας και αποφάσισε να μαζέψει και άλλες τέτοιας υψηλής ποιότητας συνταγές και να τις εκδώσει. Όχι πως «δεν τα ήξερε» και τα πιο μπερδεμένα. Αστή, «καλής οικογενείας», σύντροφος του Λευτέρη Βογιατζή, πολυταξιδεμένη, καλλιεργημένη, κοσμοπολίτισσα, έχει φάει και στα… καλύτερα σπίτια και στα καλύτερα εστιατόρια. Ίσως ακριβώς γι’ αυτό μπόρεσε τόσο καλά να διακρίνει με θαυμασμό και ενθουσιασμό αυτήν την πολύ υψηλή πολυτέλεια της απλότητας. Γιατί, κακά τα ψέμματα, έτσι που «αναπτυχθήκαμε» ραγδαία μετά τη μεταπολίτευση, το χάσαμε το μέτρο και το ξεχάσαμε το αυγό, ζεστό ακόμα από τον κώλο της κότας που το ρούφαγες και ωμό. Τώρα Oeufs brouillés à la truffe και βάλε.
Ναι, νηστεύω που λέτε και δεν μου λείπει τίποτα, παρόλο που ζω και στο κέντρο του Ζωολογικού μας Κήπου σε εποχή lockdown. Οι φίλοι και οι γνωστοί που ζούνε λίγο εκτός άρχισαν ήδη να μαζεύουν άγρια σπαράγγια (μεγάλη γκουρμεδιά) και να τα απολαμβάνουνε με λάδι και λεμόνι. Κι έρχονται φρέσκες φράουλες (όχι κινέζικες με brandy από το όρος Αραράτ), μανταρίνια, μούσμουλα, πορτοκάλια, ροδάκινα, αβοκάντο, αγκινάρες, άνηθος, αρακάς, καρότα, κουκιά, κουνουπίδια, φρέσκα κρεμμυδάκια, μαϊντανοί, παντζάρια, ραδίκια, μαρούλια, μπρόκολα – και βάλε. Ξέρει η παράδοσή μας πότε τη βάζει τη νηστεία. Γι’ αυτό μπερδεύομαι κι εγώ καμιά φορά και αναρωτιέμαι πώς υπάρχουν συνέλληνες που ακολουθούν «δίαιτες» φτιαγμένες, ας πούμε, στο Ακαπούλκο, το Shigatse ή τη Χεϊλονγκτσιάνγκ. Δεν θέλει και πολύ να καταλάβεις πως οι παραδόσεις του κάθε τόπου και οι σχετικές νηστείες είναι φτιαγμένες με βάση τη γεωγραφία των καρπών της γης.
Εμείς είμαστε οι υπερευλογημένοι μεσογειακοί άνθρωποι, που τρώμε το καρπούζι κάτω από τον δυνατό ήλιο τον Αύγουστο και στύβουμε τόνους φρέσκα πορτοκάλια τον Δεκέμβριο. Τώρα, στην ανοιξιάτικη νηστεία, έχουμε ένα σωρό σουπιές και χταπόδια, καλαμαράκια, γαρίδες και οστρακοειδή. Αν μας αφήνανε να μετακινηθούμε χαλαρά, εμείς οι της Αθήνας στα δυο βήματα την έχουμε τη Χαλκίδα. Θα τους τσακίζαμε τους τοπικούς «σωλήνες» με τραγανή σαλάτα και τηγανητές πατάτες. Παράδεισος.
Και μια και μιλήσαμε για κολοκύθια, να μην ξεχνάμε και τις κολοκυθοκορφάδες, τα λουλούδια τους. Τα κάνουν παντού στην Ελλάδα γεμιστά με ρυζάκι και μυρωδικά που φυτρώνουνε δίπλα στην ξερολιθιά. Απερίγραπτη νοστιμιά και απολύτως νηστίσιμη.
Καταλαβαίνετε τι προσπαθώ να πω: Αν λίγο ανανεώσουμε το βλέμμα μας και ρίξουμε μια άλλης ποιότητας (και πρόθεσης) ματιά γύρω μας, θα συνειδητοποιήσουμε πως ζούμε μέσα σε μια πραγματικότητα τόσο πλούσια που δεν αγοράζεται με τίποτα. Αν πάμε τον Απρίλιο ή τον Μάιο και τον Ιούνιο στο πιο ταπεινό μας ξερονήσι και ξαπλώσουμε στο χώμα, εκεί, ανάμεσα «στην παπαρούνα την πλατιά και το λιανό-λιανό χαμομηλάκι» κοιτάζοντας τον καθαρό τον ουρανό μας, δεν μπορεί να μη νιώσουμε βαθιά ευγνωμοσύνη. Ουκ εν τω πολλώ το ευ, δεν το συζητάω.
Από τ’ αρχαία χρόνια εδώ γύρω μάθαμε να εκτίουμε «τη ταπεινώσει τα υψηλά» και «τη πτωχεία τα πλούσια». Το έχουμε στο DNA μας. Και αν μας ξέφυγε λιγάκι τις δεκαετίες του νεοπλουτισμού μας, κατά βάθος όλοι το ξέρουμε: Τα κολοκύθια με τη ρίγανη είναι η πολυτέλεια. Rib-eye βρίσκεις και στο Σαντιάγο ντε Κερέταρο, στο αγαπημένο Μεξικό…