Trump Vs Musk: Η Αναμέτρηση που Αλλάζει την Ιστορία
Η σύγκρουση Τραμπ–Μασκ ξεπερνά την πολιτική. Είναι μάχη επιρροής, αφήγησης και εξουσίας. Μετά τα αρχεία Έπσταϊν, δεν υπάρχει επιστροφή.
Στο Άγιον Όρος πρωτοπήγα πριν από 35 χρόνια χωρίς την παραμικρή υποψία για όσα θα συναντούσα στην παράξενη αυτή πολιτεία που, με κορφή της τον Άθωνα, σημαδεύει τον ουρανό. Βαφτισμένος στον Άγιο Σάββα της Αλεξάνδρειας, Χριστιανός Ορθόδοξος, αλλά καθόλου «της εκκλησίας», ήξερα τον Άγιο Βασίλη, τον Επιτάφιο και την Κυριακή του Πάσχα με τα κόκκινα αυγά, τη σούβλα και τα τσουρέκια. Δεν πηγαίναμε στην εκκλησία, δεν κοινωνούσαμε, δεν γινόντουσαν στο σπίτι συζητήσεις επί του θέματος – μόνο η γιαγιά η Δήμητρα η Κερκυραία μουρμούριζε συχνά ένα «ο Ιησούς Χριστός νικά κι’ όλα τα κακά σκορπά» και η γιαγιά Ελισάβετ, η Τηνία, ένα «Santa Maria, Mater Dei Ora pro nobis». Δεν ήταν Καθολική, Ορθόδοξη ήταν κι εκείνη, αλλά το ’χε το Λατινικό από το νησί της.
Μέχρι τα 35 μου έτσι πήγε το πράγμα. Μια φορά κάθε τόσο έμπαινα σε καμμιά εκκλησία, άναβα ένα κεράκι – κι έφευγα. Τον Απρίλιο του ’86 όμως, όταν έκλεισαν λόγω αφραγκίας τα μαυρόασπρα «ΠΡΟΣΩΠΑ» (ένα περιοδικό που είχαμε βγάλει με μια σπουδαία παρέα και εκδότη τον Σωτήρη Μπασιάκο) και γενικά είχα τα χάλια μου, άκουσα τη συμβουλή του Κωστή Περατικού (που είχε ήδη πάει στο Κελί του Αγίου Νικολάου στις Καρυές, στον Γέροντα Ιερόθεο και τον Ιερομόναχο Κύριλλο) αλλά και του Μηνά Κωνσταντόπουλου (που είχε επισκεφθεί μόνο το «Ρώσικο», όπως συνηθίσαμε να λέμε την Ιερά Μονή Αγίου Παντελεήμονος), και πήρα ένα αεροπλάνο για Θεσσαλονίκη, ένα ταξί για Ουρανούπολη και το καραβάκι για τη Δάφνη – το λιμάνι του Αγίου Όρους.
Την πρώτη νύχτα διανυκτέρευσα στο Ρώσικο, όπου ο Αρχοντάρης (επί της υποδοχής των επισκεπτών, ας πούμε) είχε κι ένα τρανζιστοράκι τόσο δα και άκουγε ρώσικους σταθμούς, ενώ μας κέρναγε καφέδες και τσίπουρα σε μια απλωταριά ξύλινη με θέα τη θάλασσα του Αγίου Όρους (την ανάμεσα στο δεύτερο και το τρίτο πόδι της Χαλκιδικής). Εκεί (στο «Ρώσικο», ναι, αν αγαπάτε) μάθαμε από ρώσικο σταθμό και μέσα απ’ το τρανζιστοράκι του Βλαδίμηρου για την έκρηξη στο Τσερνομπίλ. Ήταν 26 Απριλίου του 86 – μου λέει το Google. Έχω μια παράξενη κοσμοθεωρία: Μεταξύ άλλων πιστεύω πως «συμπτώσεις δεν υπάρχουνε». Το ταξίδι μου ξεκινούσε με ισχυρά σήματα από το άνω τερματικό. Το σώμα μου δεν ήτανε παρά ένα τρανζίστορ που συντονιζότανε σε διάφορες συχνότητες, του νου, του ανώτερου εαυτού μου – ή και του πνεύματος, γιατί όχι;
Έτσι προχώρησα – μαγεμένος και έκπληκτος. Βήμα-βήμα στα μονοπάτια, μέσα σε μια φύση ανέγγιχτη, ανάμεσα σε βυζαντινά ερείπια, κελιά και καλύβια, ποτάμια, ακρογιαλιές, σκήτες και μεγάλα μοναστήρια. Είναι 20 τα μοναστήρια. Πήγα σε όλα. Όχι σε ένα ταξίδι. Γυρνούσα στην Αθήνα, έκανα αυτά που είχα να κάνω και επέστρεφα βιαστικά στο Όρος. Άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο, χειμώνα, Πάσχα, Χριστούγεννα – και αμέσως μετά τον 15Αύγουστο (με το εκεί ημερολόγιο 6 Αυγούστου) για να σκαρφαλώσω στην κορφή του Άθωνα μαζί με δεκάδες άλλους για δυο διανυκτερεύσεις με σλίπιγκ-μπαγκ σε απόσταση αφής από τ’ άστρα τ’ ουρανού.
Το ’90 εξομολογήθηκα για πρώτη φορά στον τότε Ιερομόναχο Πρόδρομο (τώρα και 21 χρόνια είναι πια Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας), που έγινε ο άνθρωπός μου και με βοήθησε να γειώσω το Μυστήριο. Να, τώρα πριν από λίγο κλείσαμε το τηλέφωνο. Δεν μου αρέσουνε καθόλου τα «είπε ο Γέρων» και «ο Γέροντάς μου» και τα συναφή. Δεν αρέσουν ούτε στον π. Πρόδρομο. Κάποια στιγμή, πολλά χρόνια πριν, με είδε να κάνω βαθιές μετάνοιες και σταυροκοπήματα – σαν σωστός νεοφώτιστος. «Τι κάνεις, βρε χωριό», μου είπε. «Μη γίνεις υπερβολικά ευλαβής και καταντήσεις βλαβερός, σε παρακαλώ». Έτσι απλά. Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια.
Την τελευταία δεκαετία έχω αραιώσει πολύ τις επισκέψεις μου στο Άγιον Όρος για πολλούς λόγους που δεν είναι της στιγμής. Πάω εδώ στο Θησείο στον Άγιο Φίλιππο και στον π. Δημήτρη Μαρούλη, όπου βρίσκω –και με το παραπάνω– αυτό που χρειάζεται η ψυχή μου.
Ίσως έπρεπε να αρχίσω με αυτά τα λίγα λόγια που κράτησα για το τέλος – αλλά το έκανα επίτηδες: Στεναχωριέμαι πάρα πολύ με αυτό το βάρβαρο μπούλινγκ που τρώμε όσοι αγαπάμε την Ανατολική Ορθόδοξη Παράδοση και προσλαμβάνουμε (πέρα από τα Μυστήρια) τη μεγάλη ποίηση, την αξεπέραστη υμνωδία, τη συγκλονιστική σκηνογραφία και το τελετουργικό της Θείας Λειτουργίας και των ακολουθιών. Για μερικούς από μας αυτή είναι η ύψιστη πνευματική απόλαυση – όπως για άλλους είναι oι «Βαλκυρίες» του Βάγκνερ, η «Missa solemnis» του Μπετόβεν ή –γιατί όχι;– η «Κάρμεν» του Μπιζέ.
Ξέρω, θα πείτε για το «παπαδαριό» που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, για τους δεσποτάδες με τα χρυσάφια, για τους φανατικούς και αυτούς που «συνωστίζονται επι Covid-19 για να κοινωνήσουν», για τις γριές με τον κότσο. Αν όμως σκεφτείτε λίγο πιο ψύχραιμα, θα δείτε πως σε όλες τις εκδοχές της κοινωνίας υπάρχουν οι χρήσιμοι (ή, καλύτερα, «ωφέλιμοι») και οι άχρηστοι, οι θρασείς, οι τεμπέληδες, οι υποκριτές – και, δυστυχώς, οι «δημόσιοι υπάλληλοι που δεν χτυπάνε κάρτα». Το τελευταίο είδος, το «δημόσιο», δηλαδή, οδηγείται έτσι και αλλιώς προς εξαφάνιση στην μετα-κορωνοϊό εποχή. Ο διαχωρισμός Κράτους-Εκκλησίας είναι προ των πυλών. Όλα θα γίνουν.
Όσο και να σας εξαγριώνουν κάποιες συμπεριφορές «παπαδίστικες», σκεφτείτε και πόσα άλλα σας εξαγριώνουν στη Δικαιοσύνη, στην πολιτική, την Παιδεία, το κράτος, τα ιδρύματα, τον πολιτισμό, την τοπική αυτοδιοίκηση. Πρέπει να φτιαχτούνε όλα αυτά και η Εκκλησία μαζί τους. Να το κάνουμε όλοι μαζί.
Αλλά, στο μεταξύ, μη μας βαράτε έτσι άγαρμπα. «Παντού τα Πάντα», λένε οι Αγιορείτες. Κάντε λιγάκι υπομονή!