Trump Vs Musk: Η Αναμέτρηση που Αλλάζει την Ιστορία
Η σύγκρουση Τραμπ–Μασκ ξεπερνά την πολιτική. Είναι μάχη επιρροής, αφήγησης και εξουσίας. Μετά τα αρχεία Έπσταϊν, δεν υπάρχει επιστροφή.
Να ζεις; Να μη ζεις; Τάχει παίξει πια κι ο Άμλετ – και ο Κιμούλης και ο Σπυρόπουλος και όλοι όσοι έπονται (καθώς μαθαίνω). Δεν επεμβαίνω. Διαβάζω και για τους άνδρες ηθοποιούς που διαμαρτύρονται και αυτοί για κάποιον σκηνοθέτη Κώστα Ζάπα. Ερρίκος Μηλιάρης, Χάρης Τζωρτζάκης και Γιάννης Νιάρρος υπέστησαν, μας λένε, τις ίδιες περίπου δυσάρεστες εμπειρίες. «Τα κατεβάζεις σε παρακαλώ;» σου λέει ο εγχώριος Παζολίνι στην οντισιόν – και είστε οι δυο σας και η κάμερα. Δεν παίζεται η ζωή σου και η καριέρα σου, ο κ. Ζάπας δεν είναι κάποιος «ισχυρός» που θα σε καταστρέψει, δεν είναι κάποιος με «τεράστια επιρροή στο σύστημα» και τα λοιπά και τα λοιπά. Δεν μισθοδοτείσαι από αυτόν και δεν θα πεινάσουν τα παιδιά σου ή η γιαγιά σου αν ΔΕΝ τα κατεβάσεις. Τα κατεβάζεις όμως, στο όνομα της υποκριτικής – ή για να δεις καθαρά τι θα πει απύθμενο θράσος. Στην επόμενη οντισιόν σού λέει ο κ. Ζάπας να γδυθείς και να τον βγάλεις έξω να τον παίξεις. Λες από μέσα σου, ΟΚ, θα το κάνω κι αυτό γιατί είμαι 19 χρονών, παιδάκι ακόμα, και μου είπε πως είναι καθαρά καλλιτεχνική ταινία και θα χτυπήσει σίγουρα Κάννες και Oscar Nominations. Χαλαρά. Το γυμνό δεν είναι ντροπή, η τέχνη είναι παράξενο πράγμα, σκέψου τον βεριτάμπλ Παζολίνι ας πούμε, σκέψου τον Μάρλον Μπράντο να πασαλείβει με βούτυρο το κωλαράκι της Μαρίας Σνάιντερ στο «Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι» του Μπερτολούτσι – και πάρε θάρρος.
Ο Ερρίκος είναι ο πρώτος που κατήγγειλε (χωρίς να τον κατονομάσει) τον κ. Ζάπα, και ακολούθησαν στα σχόλια του Facebook (Α, ρε Μαρκ Ζουκ, μάρκα μ’ έκαψες κανονικά είσαι, αγόρι μου) ο Χάρης και ο Γιάννης που τον κατονόμασαν. Στην τρίτη οντισιόν παράγινε το κακό. Έπρεπε ο Μηλιάρης να «παίξει» το τζάνκι και να προσφέρει τις ερωτικές του υπηρεσίες, να τα δώσει όλα, ως αντάλλαγμα για ένα φιξάκι ή για χρήματα – προφανώς σουρνόμενος στα πεζοδρόμια. Σε ποιον θα τα ’δινε όλα; Μα σ’ έναν περαστικό που, χάριν οικονομίας, θα τον υποδυόταν –ποιος άλλος– ο ίδιος ο σκηνοθέτης, ο κ. Ζάπας. Πάλι μόνοι τους, οι δυο τους και μια κάμερα στην οντισιόν. Ε, όχι, είπε πια και ο Ερρίκος Μηλιάρης, δεν γίνονται αυτά τα πράγματα, έλεος ας πούμε, ποια τέχνη και κουραφέξαλα – στο τέλος θα μας πεις να σε γαμήσουμε κιόλας (που λέει ο λόγος). Κι έφυγε –παρόλο που ο σκηνοθέτης τού υπενθύμισε παραδείγματα σαν του Αλ Πατσίνο «που για να κάνουν ρόλο ομοφυλόφιλου έκαναν στη ζωή τους ομοφυλοφιλικό σεξ και ας μην ήταν ομοφυλόφιλοι», και κάτι τέτοια.
Ναι. Αυτά περίπου. Τα οποία μπερδεύονται γλυκά με την αρχική δραματική και τόσο θαρραλέα καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου, που έγινε αφορμή για άλλες πολλές σοβαρές «καταθέσεις ψυχής» γυναικών που βασανίστηκαν πραγματικά – ανοίγοντας τον δρόμο σε χιλιάδες άλλες που βασανίζονται ακόμα και δεν έχουν τολμήσει να μιλήσουν. Το διεθνές κίνημα MeToo δηλαδή και στην Ελλάδα – πράγμα που σίγουρα αφορά και άντρες και όλο το GLBT+ (Gay, Lesbian, Bisexual και Transgender) φάσμα. Όσους ανθρώπους δηλαδή έχουν υποστεί τη βία και την υπέρβαση εξουσίας και έχουν τραυματιστεί και συνεχίζουν αυτήν τη στιγμή να ζουν τρομαγμένοι, συχνά με σοβαρά ψυχολογικά και ψυχοσωματικά προβλήματα. Για όλους αυτούς και κόντρα στους βασανιστές τους, σπεύσαμε όλοι να συγχαρούμε τη Σοφία Μπεκατώρου, με πρώτη την Πρόεδρο της Δημοκρατίας μας. Γιατί το θέμα είναι πάρα πολύ σοβαρό: Πρέπει να βρουν όλοι το κουράγιο να μιλήσουν για όσα υπόκεινται στη δουλειά τους, όποια κι αν είναι αυτή η δουλειά, για όσα περνάνε και μέσα στο σπίτι τους.
Είμαστε πολλοί που ανησυχούμε μήπως αυτή η σύγχυση που δημιουργείται από αυτήν τη φασαρία των καταγγελιών «του κάθε πικραμένου» (που λέει και η Έλενα Ακρίτα) λειτουργήσει τελικά εις βάρος της ουσίας. Γίνεται προσπάθεια να μη συμβεί αυτό. Η ανάρτηση του Δημήτρη Καταλειφού είναι υπόδειγμα τοποθέτησης και υποδεικνύει τον μόνο δρόμο που θα ωφελήσει την ουσία – μια αληθινή συγγνώμη δηλαδή σε ιδιωτικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο «γενιάς». «Το θέατρο με αφορμή την πανδημία έχει δεχτεί το μεγαλύτερο πλήγμα που θα μπορούσε να δεχτεί. Ας μην το τραυματίζουμε κι εμείς με τα ίδια μας τα χέρια», καταλήγει η ανάρτησή του.
Αλλά βέβαια δεν είναι μόνο «το θέατρο» ή «το σινεμά» ή γενικά η show-biz στις διάφορες μορφές της. Μπούλιγκ και ψυχολογικό βιασμό μπορείς να υποστείς παντού, όπου και αν δουλεύεις. Μια γνωστή μου έφυγε από την τράπεζα όπου εργαζόταν χρόνια, γιατί δεν άντεχε την ψυχολογική πίεση στην οποίαν την υπέβαλλαν κάποιοι «συνάδελφοι», έπαιρνε χάπια για να βγάλει τη μέρα της. Αλλά και ο υπάλληλος του Δήμου που δουλεύει στα σκουπιδιάρικα ξέρει πολύ καλά τι σημαίνει «βία» ψυχολογική, και ως θύμα και ως θύτης. Σε όλη την κλίμακα της κοινωνίας υπάρχουν οι «βιαστές» – και πρέπει πια να το καταλάβουν μια και καλή πως πέρασε επιτέλους η εποχή τους. Αλλάζουν τα πράγματα, συμβαίνει αυτό από γενιά σε γενιά – αυτήν τη στιγμή όμως οι ανατροπές κάθε είδους τρέχουν πια με μεγάλη επιτάχυνση.
Δεν μπορώ να ξέρω ούτε εγώ ούτε κανένας άλλος τι τραύματα έχουμε προκαλέσει στις ψυχές των διπλανών μας – συχνά χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Είναι σύνθετες οι σχέσεις των ανθρώπων και η ανάγκη, η εξάρτηση του ενός από τον άλλον, είναι μια πολύ ευαίσθητη κατάσταση που χρειάζεται πολύ προσεκτική και ευγενική διαχείρηση. Η ευγένεια γι’ αυτό υπάρχει, όχι για να ξέρουμε ποιο πιρούνι είναι για το κρέας και ποιο για το ψάρι. Δεν μπορούμε να αδιαφορούμε για τη στεναχώρια που προκαλούμε στον άλλον. Και σαν άνθρωποι που είμαστε, καθημερινά κάποιους στεναχωρούμε. Τι μένει; Να το συνειδητοποιούμε και να ξέρουμε να ζητάμε συγγνώμη. Να ξέρουμε πότε είμαστε θύτες και πότε θύματα. Και, όπως ο Ερρίκος Μηλιάρης, να έχουμε τη μαγκιά να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, όχι να μυξοκλαίμε: «Δεν είναι ένα γεγονός που με έκανε να νιώσω βιασμένος», γράφει στην ανάρτησή του. «Τον έγραψα στα παλαιότερα των υποδημάτων μου και συνέχισα τη σχολή μου και έπειτα την πορεία μου. Δεν νιώθω κάποιο “προσωπικό μένος”». Έχει σημασία αυτό – γιατί δείχνει πως η ανάρτησή του δεν έγινε με θυμό και εκδικητικότητα. «Είναι ιστορική στιγμή», γράφει. «Μπορεί στ’ αλήθεια να αλλάξει κάτι ριζικά στον χώρο μας και πρέπει όλοι και όλες ο καθένας με το λιθαράκι του να συνεισφέρουμε σε αυτό. Πρέπει ψύχραιμα και πολιτισμένα να δημιουργήσουμε έναν ας το πούμε συλλογικό “εκφοβισμό”. Και εκεί, και χωρίς να ακουστούν απαραίτητα όλων τα ονοματάκια, τη ζημιά την έχουν πάθει…»
Θα έχει συνέχεια αυτό το σίριαλ όπως μαθαίνω. Ακολουθούν αρκετά «πρώτα ονόματα». Είναι, βλέπετε, και αυτή η πανδημία που μας έχει κλείσει μέσα – και όταν ο διάολος δεν έχει δουλειά, όπως ξέρουμε, τι άλλο να κάνει, τρώει τα παιδιά του…