Trump Vs Musk: Η Αναμέτρηση που Αλλάζει την Ιστορία
Η σύγκρουση Τραμπ–Μασκ ξεπερνά την πολιτική. Είναι μάχη επιρροής, αφήγησης και εξουσίας. Μετά τα αρχεία Έπσταϊν, δεν υπάρχει επιστροφή.
Δυσκολεύομαι να γράψω αυτές τις μέρες. Η μια σκέψη με σέρνει από ’δώ, η άλλη με τραβάει από ’κεί. Είναι παρά πολλά αυτά που έχουμε να διαχειριστούμε μέσα σ’ αυτό το εντελώς άγνωστο, έρημο, ψαρωτικό, τοπίο της πανδημίας. Δεν λέω για τον ιό και τα εμβόλια και τις προφυλάξεις. Λέω γι’ αυτά που συμβαίνουν μέσα μας και είναι εκ θεμελίων αναθεωρητικά και ανατρεπτικά, τόσο που, αν ζούσαμε δύο χρόνια πριν θα λέγαμε πως χρειαζόμαστε όλοι άμεσα ψυχίατρο. Τώρα δεν μπορούμε να το πούμε, γιατί και οι ψυχίατροι χρειάζονται ψυχίατρο και οι ώρες που έχουν διαθέσιμες οι ειδικοί είναι περιορισμένες. Άσε που δεν ξέρουμε και τι ακριβώς να του πούμε του ψυχίατρου. Ούτε στο περίπου. Είναι τόσο μεγάλο το κοινό μας πρόβλημα, που δεν μπορείς ούτε πρόβλημα πια να το πεις – αφού ζει στην ίδια γειτονιά με την παράνοια.
Είναι και οι λέξεις. Μέσα στην άκρατη επιπολαιότητα του πρότερου ανέντιμου βίου μας, τις εξοντώσαμε κι αυτές. Ό,τι και να πούμε μοιάζει χιλιοειπωμένο. Τα έχουμε πει όλα για όλους και από τις δυο πλευρές. Έχουμε υπερασπιστεί και έχουμε αποδομήσει τους ίδιους ανθρώπους, τις ίδιες συμπεριφορές, τα ίδια βιβλία, τις ίδιες ταινίες, τα ίδια ναρκωτικά, τις ίδιες σεξουαλικές σχέσεις, τα ίδια νησιά, τα ίδια βουνά. Δεν είναι πια καθόλου ξεκάθαρο μέσα μας αν είμαστε με τον φονιά ή με τον σκοτωμένο. Αν είμαστε οι δικαστές ή οι δικαζόμενοι. Αν κρατούσαμε εμείς το μαχαίρι ή ο μαχαιρωμένος. Μια φλασιά είναι, κλάσματα του δευτερολέπτου – και γίνεται ένοχος ο αθώος και αθώος ο ένοχος.
Είναι ενδεικτικό της ομαδικής μας κατάθλιψης το πόσο χώρο και χρόνο επενδύσαμε τις τελευταίες εβδομάδες υπερασπιζόμενοι θύματα και κατακεραυνώνοντας θύτες –αλλά και ακριβώς το αντίθετο–, μόνο και μόνο για να έχουμε κάτι να λέμε. Δεν είναι δευτερεύουσα υπόθεση το κουτσομπολιό, είναι θεμέλιο των κοινωνιών αιώνες τώρα. Όλα αυτά που μας απασχόλησαν τόσο πολύ μετά την πρώτη, τη «σοβαρή» καταγγελία της Μπεκατώρου (που παραγράφηκε και μπήκε στο αρχείο, αφού έγινε στον συμφέροντα για όλους χρόνο), ήταν κουτσομπολιό. Αυτό λέω για τις λέξεις, την ανοικονόμητη χρήση τους και τη φθορά τους: Τα έχουμε πει όλα. Όλα τα έχουμε δικαιολογήσει και όλα τα έχουμε καταδικάσει, όλα τα έχουμε υποστηρίξει και εναντίον όλων έχουμε προτάξει με γενναιότητα τα στήθη μας.
Ο Κουφοντίνας, για παράδειγμα. Τεράστια κουβέντα που κρατάει χρόνια. Σκότωνε αβέρτα, κατά την κρίση του και με συνοπτικές διαδικασίες. Τι είναι; Δολοφόνος ή απελευθερωτής και ήρωας; Κάποιοι από εμάς δεν έχουμε να συζητήσουμε τίποτα, είναι ένας serial killer του κοινού ποινικού δικαίου και πρέπει να εκτίσει ισόβια («και όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια»). Εξαντλήσαμε τις λέξεις μας, τις ξεζουμίσαμε κυριολεκτικά, επιμένοντας να λέμε και να ξαναλέμε αυτή μας την άποψη. Δεν υπάρχει όμως μόνο η δική μας άποψη. Υπάρχουν και άλλες που λένε πως είναι «πολιτικός κρατούμενος» ή, ακόμα χειρότερα, «λαϊκός ήρωας». Σας φαίνεται απλοϊκό αυτό που λέω; Γιατί δεν είναι. Γιατί, πράγματι, δεν υπάρχει μόνο η δική μας άποψη. Γιατί όλα είναι αντικατοπτρισμοί που αλλάζουν από βλέμμα σε βλέμμα.
Ποιος λοιπόν είναι ο Κιμούλης, ποιος είναι ο Λιγνάδης, ο Σπυρόπουλος ή ο Φιλιππίδης; Αν θέλετε τη γνώμη μου, δεν μας ενδιαφέρει καθόλου. Αρκεί που μας δίνουνε τροφή να έχουμε κάτι να λέμε μέσα στην παράνοιά μας, να ξαλαφρώνουμε, να κουτσομπολεύουμε επιτέλους λιγάκι, να ξεδίνουμε – (γιατί το ζήτημα του ρωσικού εμβολίου, π.χ., δεν είναι και για χόρταση). Μας είναι πολύ χρήσιμοι. Πώς αλλιώς θα είχαμε ανώνυμες συνεντεύξεις hard-core με μεταλλικά παλούκια – που ακόμα δεν πήγαν στον εισαγγελέα. Δεν έχει σημασία, θα μου πείτε, ο εισαγγελέας, σημαντικό είναι πως είχαμε υλικό για να μιλάμε και να παίρνουμε θέσεις ενώ θα βαριόμασταν πολύ, αδερφάκια μου.
Έγραψα κι εγώ μερικές εκατοντάδες λέξεις και προχωράμε. Από βόθρο σε βόθρο. Από σκάνδαλο σε σκάνδαλο. Από ψέμα σ’ αλήθεια και από αλήθειες σε ψέματα. Δεν έχει πια σημασία: Κουβέντα να γίνεται.