Trump Vs Musk: Η Αναμέτρηση που Αλλάζει την Ιστορία
Η σύγκρουση Τραμπ–Μασκ ξεπερνά την πολιτική. Είναι μάχη επιρροής, αφήγησης και εξουσίας. Μετά τα αρχεία Έπσταϊν, δεν υπάρχει επιστροφή.
Του Αγίου Ησυχίου σήμερα. Επί Μαξιμιανού, το 302, του δέσανε με σχοινί στον λαιμό μια τεράστια πέτρα και τον πετάξανε στον Ορόντη ποταμό της Συρίας, που μέχρι και σήμερα έχει τόσο ισχυρά ρεύματα ώστε δεν είναι πλωτός. Της πολύπαθης Συρίας που ξαναβομβαρδίστηκε πριν από λίγες ημέρες από εμάς, τους φορείς του «Δυτικού Πολιτισμού», τους ΝΑΤΟϊκούς συμμάχους, τους πιστούς των ΗΠΑ. Είμαι κι εγώ ένας από αυτούς. Φορέας του Δυτικού Πολιτισμού. Σε όλη την πορεία της Ιστορίας κάποιοι είναι με τον Μαξιμιανό, κάποιοι με τον Ησύχιο. Κάποιοι με τους βομβαρδισμένους, κάποιοι με αυτούς που βομβαρδίζουν. Και ποτέ δεν είναι ξεκάθαρο ποιος έχει «δίκιο» και ποιος έχει άδικο. Γερά τα επιχειρήματα του Μαξιμιανού, άλλο τόσο γερά και του Ησυχίου. Δίκιο έχει και ο Biden με τους στρατηγούς του, δίκιο έχουν και αυτοί που κλαίνε τώρα, αυτή την ώρα, τους πεθαμένους τους στις όχθες του Ορόντη ποταμού.
Μου είπε χτες στο τηλέφωνο ο άνθρωπος που εμπιστεύομαι περισσότερο στον κόσμο μια κουβέντα που έγραψε μέσα μου. «Φίλε μου, αυτή είναι η κονσέρβα, πάρ’ το απόφαση, έτσι είμαστε οι άνθρωποι. Διχασμένοι. Ταγμένοι στο φως, γοητευμένοι απ’ το σκοτάδι. Δεν βγάζεις άκρη. Κλειστοί και κλειδωμένοι μέσα στο μυαλό μας, ανοίγουμε ξαφνικά την καρδιά μας και γίνονται θαύματα. Αρχίζει να δουλεύει το μυαλό υπερωρίες, κάνει κι αυτό θαύματα, βουτάει μέσα σ’ ένα νανοκύτταρο και γίνεται ο Ειρηνικός ωκεανός – και μετά πέφτει πάνω σ’ ένα συναίσθημα, μια μυρωδιά, μια ανάμνηση, και πνίγεται σε μια κουταλιά νερό». Αυτή είναι η αλήθεια. Έχει δίκιο. Ζούμε έναν εμφύλιο μέσα μας. Όλοι μας. Έχουμε την αγάπη, έχουμε και τον φόβο. Έχουμε ευγνωμοσύνη, έχουμε και αχαριστία. Έχουμε δέος και θαυμασμό, έχουμε και ζήλια. Έχουμε ειρήνη, έχουμε και πόλεμο. Έχουμε έρωτα, έχουμε και θάνατο. Έχουμε θόρυβο πολύ, έχουμε και ησυχία.
Είμαστε όλα γιατί είμαστε ένα – αλλά δεν το ξέρουμε. Κι αν πνευματικά κάποιες στιγμές τη νιώθουμε την «ενότητα του σύμπαντος κόσμου», στην πραγματική ζωή δεν τη βιώνουμε. Στην πραγματική ζωή εδώ στο τρισδιάστατο, δεν είμαστε όλα και δεν είμαστε ένα. Είμαστε (οι περισσότεροι) ή με τον Ησύχιο ή με τον Μαξιμιανό. Και ενώ ο πρώτος πνίγεται στον Ορόντη με διαταγή του δεύτερου, εμείς (στην εξέδρα) θυμώνουμε, αγριεύουμε και στρατευόμαστε ή με τον έναν ή με τον άλλον. Και πολλαπλασιάζεται ο θυμός, ο φόβος, η ανάγκη εκδίκησης, επικράτησης, δικαίωσης της δικής μας επιλογής.
Πρέπει να το πάρουμε απόφαση αυτό. Αυτό που λέμε «άποψή μας» δεν είναι στην ουσία τίποτα παραπάνω από μια νεύρωση, μια εμμονή στις επιπτώσεις που είχε πάνω μας η μέχρι σήμερα ζωή μας, μια πληγή ανοιχτή που αιμορραγεί – και μας ενεργοποιεί για να προλάβουμε «να σωθούμε». Συμφωνούμε μεταξύ μας, λιγότερο ή περισσότερο, όσοι από εμάς έχουμε βιώσει ίδιες ή παρόμοιες εμπειρίες, όσοι έχουμε δει τη θέα από την ίδια περίπου οπτική γωνία: την οπτική γωνία του Μαξιμιανού, ας πούμε. Δύναμη, αγωνία για τη δύναμη, εξουσία, φόβος, θρίαμβος, αποδοχή, προδοσία, πίστη στον πλούτο, στην εξάρτηση. «Με τον Μαξιμιανό». Είναι μια στάση, νιώθεται. Έχει μια σιγουριά – πρόσκαιρη όμως. Γιατί ο Μαξιμιανός, Καίσαρ και Αύγουστος, εκθρονίζεσαι ανά πάσα στιγμή. Αν όμως εσύ έχεις ζήσει έτσι επί χρόνια, στην αυλή του Μαξιμιανού, έχεις δημιουργήσει με τα βιώματά σου μια πραγματικότητα – θέλεις να την επανασυντάξεις, να την επαναλάβεις, γιατί αλλιώς «πώς θα συνεχίσεις;». Και σηκώνεις τα μανίκια ξανά από την αρχή, μπας και ξαναχωθείς σ’ ένα τοπίο γνώριμο, και λες «ο Κωνσταντίνος τώρα, είμαι μαζί του, θα χτίσουμε αλλού τη Νέα Ρώμη εκ θεμελίων, έχει όραμα, θέλει τους Χριστιανούς. Μπορεί και να είχε δίκιο αυτός ο Ησύχιος τελικά».
Όμως δεν είχε «δίκιο» ο Ησύχιος, επειδή σ’ εκείνη τη φάση «νίκησαν οι Χριστιανοί» και πόνταρε σε αυτούς ο Κωνσταντίνος και βρέθηκαν και αυτοί στην εξουσία και στα παλάτια, αυλικοί τώρα του νέου αυτοκράτορα. Κανείς δεν είχε δίκιο, κανείς δεν είχε άδικο. Έπαιξε ο καθένας τον ρόλο του με εσωτερικό καπετάνιο την ανθρώπινη φύση που, όπως λέει ο αδερφός μου: «Φίλε μου, αυτή είναι η κονσέρβα, πάρ’ το απόφαση, έτσι είμαστε οι άνθρωποι. Διχασμένοι. Ταγμένοι στο φως, γοητευμένοι απ’ το σκοτάδι. Δεν βγάζεις άκρη».