Trump Vs Musk: Η Αναμέτρηση που Αλλάζει την Ιστορία
Η σύγκρουση Τραμπ–Μασκ ξεπερνά την πολιτική. Είναι μάχη επιρροής, αφήγησης και εξουσίας. Μετά τα αρχεία Έπσταϊν, δεν υπάρχει επιστροφή.
«Αν εξαρτιόταν από μένα να μη γεννηθώ, σίγουρα δεν θ’ αποδεχόμουν την ύπαρξη κάτω από τόσο άθλιες συνθήκες».
Δεν αντέχω τις ειδήσεις. Δεν διαβάζω τα ειδεχθή εγκλήματα και δεν βλέπω ρεπορτάζ που αφορούν σε γονείς που σιδερώνουν τα παιδιά τους, σε άντρες που εκτελούν τη γυναίκα τους και τον εραστή της μπροστά στα μάτια των παιδιών τους, ή την εκτέλεση ενός πατέρα μπροστά στα μάτια του παιδιού του.
Μπορεί να έχω αποκάμει και από τα χρόνια διαχείρισης των αιματοβαμμένων ειδήσεων, μπορεί όμως και να έχουν καταρρεύσει οι όποιοι αμυντικοί μηχανισμοί στη βία που παραμονεύει όλους και όλες, καθώς μοιάζουμε σαν τα μοσχαράκια που λιάζονται λίγο πριν οδηγηθούν στο σφαγείο.
Τον αποτροπιασμό μου για τις εκτελέσεις «της πρώτης σελίδας» τον είχα αντιστοιχίσει με την αστική τύπου εκπαίδευση και κοινωνικοποίησή μου για το έγκλημα, που αφορούσε ή σε άξεστους που η έλλειψη παιδείας και γνώσης τούς καθιστά βάρβαρους, ή σε υποκείμενα τα οποία αντιδρούν με βία στους ιδεολογικούς μηχανισμούς καταπίεσης και που υπό αυτή την έννοια το έγκλημα γινόταν λιγότερο «αποτρόπαιο».
Αυτές τις πεποιθήσεις ήρθε και τις κατακερμάτισε η εξάπλωση της φτώχειας των τελευταίων 10 ετών στην Ελλάδα.
Οι έρευνες της ψυχιατρικής θέλουν το 25 % του «πολιτισμένου κόσμου» να πάσχει από βαριά κατάθλιψη, γεγονός που ανάγει τη φτώχεια σε νόσο.
Τα παραδείγματα από την καθημερινή ζωή του κύκλου μου φανερώνουν την απόγνωση διαχείρισης των πάντων υπό το καθεστώς μιας μόνιμης απειλής για χειροτέρευση της ποιότητας ζωής, ασχέτως διακυβέρνησης και ιδεολογίας.
Στην Ελλάδα του 2017 συναντάω ανθρώπους, κάποτε αξιοπρεπείς, να έχουν διακόψει τη σχέση τους με τη σωματική υγιεινή. Δεν τους συνάντησα στα μέσα μεταφοράς, όπου εκεί η μεγάλη πλειοψηφία μέσω της στάσης του σώματος μοιάζει πιο πολύ να έχει προορισμό ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, παρά στην πλατεία Συντάγματος ή στη «Στάση Ευαγγελισμός». Είδα ανθρώπους ταλαντούχους και δημιουργικούς σε διπλανά γραφεία, άλουστους, με δόντια κίτρινα από την εγκατάλειψη. Είδα ανθρώπους που κατάγγειλαν τον αλκοολισμό με πάθος των... « άλλων», την ίδια στιγμή που μέσα στο τενεκεδάκι της Κόκα-Κόλα είχαν βάλει φτηνό ουίσκι που «απολάμβαναν» στις 11 το πρωί! Είδα ανθρώπους να έχουν μαλλιά λιγδιασμένα και ρούχα που μύριζαν ξινίλα, ενώ ταυτόχρονα έγραφαν με «άγρια χαρά» για τον εγκλεισμό κάποιου κάποτε ισχυρού εκδότη ή επιχειρηματία σε φυλακή εξαιτίας χρεών.
Ανακάλυψα ότι οι υπεκφυγές μιας συνάντησης δεν είχαν σχέση με το φορτίο της δουλειάς, αλλά με την ανέχεια, καθώς οι διαδρομές με αυτοκίνητο λιγόστεψαν δραματικά.
Σε μια κοινωνία που εξαθλιώνεται αργά και σταθερά, θα προσδοκούσε πιθανόν κάποιος μια αλληλεγγύη του φτωχού, για τον φτωχότερο.
Το αποτέλεσμα είναι αποτρόπαιο και με σφραγίδα «made in Greece». Οι ήδη φτωχοποιημένοι βλέπουν με ηδονή τη μεγαλύτερη φτωχοποίηση του «διπλανού» σαν παυσίπονο στη δική τους ενοχή για το κομμένο ρεύμα και τη συρταροθήκη που διαθέτει μόνο μακαρόνια, παξιμάδια και κονσέρβες ντομάτας. Υπό αυτές τις συνθήκες «διασκεδάζουν» τα συμπτώματα της δικής τους κατάθλιψης, με την ευχή να δουν τη στιγμή που ο «απέναντι με τη μεζονάτα και το porsche cayenne» θα παραδώσει τα κλειδιά του σπιτιού στον δήμο και θα ζητήσει καταφύγιο σε μια χαρτόκουτα, κάτω από τη γέφυρα που οδηγεί στα ΚΤΕΛ.
Αυτό το φορτίο της υπερχρέωσης και της ανεργίας του μεγαλύτερου ποσοστού ανθρώπων σε παραγωγική ηλικία διαδίδει τη νόσο, με κύρια συμπτώματα τη μνησικακία, τον φθόνο και τη ζήλια ως άμεσες συνέπειες, μιας προηγούμενης κατάστασης που νομιμοποίησε ότι δίκαιος είναι ο ισχυρός, ότι η υλική ευμάρεια είναι κριτήριο επιτυχίας, και ότι το δεύτερο εξοχικό και στο χωριό της γυναίκας, όχι μόνο του άντρα, είναι απόδειξη σεβασμού στις οικογενειακές ρίζες και καθόλου δείγμα επίδειξης και νεοπλουτισμού.
Είναι ό,τι καλύτερο να μαθαίνουν οι φτωχοποιημένοι δυνατοί τού τότε ότι οι γείτονες στη Μύκονο νοικιάζουν τα σπίτια τους γιατί δεν τη «βγάζουν» πια, και ακόμη καλύτερο να μαθαίνουν στη λαϊκή ότι 40 μονοκατοικίες στο Ψυχικό πουλήθηκαν στο ένα τρίτο της αντικειμενικής τους αξίας! Τι χαρά και τι αγαλλίαση για εκείνον που σήμερα βλέπει τους γονείς των συμμαθητών του παιδιού του να χάνουν τη ρύθμιση των δόσεων, και πόσο ηδονικά μπορεί να τελειώσει ένα ακόμη πακέτο δανεικά τσιγάρα όταν τέτοιου είδους «νέα» μαλακώνουν τη συντριβή του από την αντικειμενική πραγματικότητα.
Είναι η άγρια χαρά του καταθλιπτικού ανήμπορου να παρακολουθεί τον ξεπεσμό του «διπλανού», άσχετα αν είναι «καθρέφτης του».
Σε όλη αυτή την πραγματικότητα μιας ψυχικής διαταραχής, εμφανίζεται από τη μεγάλη πλειοψηφία των φτωχοποιημένων η εικονική πραγματικότητα μιας ευμάρειας με καταιγισμό αναρτήσεων στα social media.
Δηλώσεις χαράς, φωτογραφίες από τσιμπούσια, δηλωμένοι έρωτες ζωής με την επίφαση μια συζυγικής ευτυχίας που, πάλι σύμφωνα με έρευνες ειδικών, τα περισσότερα ζευγάρια τον καιρό της κρίσης «σιχαίνονται» να κοιμούνται μαζί, όταν αναγκάζονται να μένουν μαζί.
Πάντα υπήρξα καχύποπτη με τις φωτογραφίες, γιατί η αλήθεια ήταν εκτός «πλάνου» όταν κάποιος δεν ήταν πολύ υποψιασμένος να «νετάρει στο βλέμμα».
Αυτό πάντως που μοιάζει αφόρητο, είναι ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια απογοητευτική διάψευση. Ενώ πιστεύαμε ότι πιθανόν να είμαστε μοναδικοί, ανακαλύπτουμε ότι μπορούμε να είμαστε ο οποιοσδήποτε που περιμένει στην ουρά του συσσιτίου για όσο προσφέρεται ακόμη.